Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεμηνιμένως
μεμηνότως
μεμηχανημένως
μεμιασμένως
μεμιγμένως
Μέμμιος
Μεμνόνειον
Μεμνόνειος
Μέμνων
μεμοιραμένως
μεμολυσμένως
μέμονα
μεμονωμένως
μεμόριον
μεμπτέος
μεμπτός
Μέμφις
Μεμφίτιον
μέμφομαι
μεμψιβολέω
μεμψιμοιρέω
View word page
μεμολυσμένως
in a 'simmering' fashion

ShortDef

in a 'simmering' fashion

Debugging

Headword:
μεμολυσμένως
Headword (normalized):
μεμολυσμένως
Headword (normalized/stripped):
μεμολυσμενως
IDX:
55689
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55690
Key:

Data

{'content': "in a 'simmering' fashion"}