Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνάγχω
ἀνάγω
ἀναγωγεύς
ἀναγωγή
ἀναγώγια
ἀναγωγία
ἀναγώγιος
ἀναγωγός
ἀνάγωγος
ἀναγωνίατος
ἀναγώνιστος
ἀναδαίω
ἀναδάκνω
ἀναδάσιμος
ἀναδασμός
ἀνάδαστος
ἀναδατέομαι
ἀνάδειγμα
ἀναδείκνυμι
ἀνάδειξις
ἀναδείπνια
View word page
ἀναγώνιστος
without conflict

ShortDef

without conflict

Debugging

Headword:
ἀναγώνιστος
Headword (normalized):
ἀναγώνιστος
Headword (normalized/stripped):
αναγωνιστος
IDX:
5568
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5569
Key:

Data

{'content': 'without conflict'}