Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεμβραφύα
μεμελανωμένως
μεμελετηκότως
μεμελετημένως
μεμελημένως
μεμελλημένως
μεμερισμένως
μεμετρημένως
μεμηνιμένως
μεμηνότως
μεμηχανημένως
μεμιασμένως
μεμιγμένως
Μέμμιος
Μεμνόνειον
Μεμνόνειος
Μέμνων
μεμοιραμένως
μεμολυσμένως
μέμονα
μεμονωμένως
View word page
μεμηχανημένως
by stratagem

ShortDef

by stratagem

Debugging

Headword:
μεμηχανημένως
Headword (normalized):
μεμηχανημένως
Headword (normalized/stripped):
μεμηχανημενως
IDX:
55681
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55682
Key:

Data

{'content': 'by stratagem'}