Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελουργέω
μέλοψ
μέλπηθρον
μελπήτωρ
μέλπομαι
Μελπομένη
Μελπόμενος
μέλπω
μελπῳδός
μελύδριον
μέλω
μελῳδέω
μελῴδημα
μελώδης
μελῳδητικός
μελῳδητός
μελῳδία
μελῳδικός
μελῳδός
μέμαα
μεμαθημένως
View word page
μέλω
to be an object of care

ShortDef

to be an object of care

Debugging

Headword:
μέλω
Headword (normalized):
μέλω
Headword (normalized/stripped):
μελω
IDX:
55656
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55657
Key:

Data

{'content': 'to be an object of care'}