Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελλησμός
μελλητέον
μελλητέος
μελλητής
μελλητιάω
μελλητικός
μελλιέρη
μελλιχόμειδος
μελλιχόφωνος
μελλόγαμβρος
μελλόγαμος
μελλογυμνασίαρχος
μελλοδειπνικός
μελλοθάνατος
μελλοκούρια
μελλονικιάω
μελλόνυμφος
μελλόπαις
μελλόποσις
μελλοπρόεδρος
μελλοπρύτανις
View word page
μελλόγαμος
betrothed

ShortDef

betrothed

Debugging

Headword:
μελλόγαμος
Headword (normalized):
μελλόγαμος
Headword (normalized/stripped):
μελλογαμος
IDX:
55623
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55624
Key:

Data

{'content': 'betrothed'}