Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελίχροος
μελιχρός
μελιχρότης
μελίχρυσος
μελιχρώδης
μέλκα
μέλλαξ
μελλάρχων
μελλειρονία
μελλέπταρμος
μελλέφηβος
μέλλημα
μέλλησις
μελλησμός
μελλητέον
μελλητέος
μελλητής
μελλητιάω
μελλητικός
μελλιέρη
μελλιχόμειδος
View word page
μελλέφηβος
near puberty

ShortDef

near puberty

Debugging

Headword:
μελλέφηβος
Headword (normalized):
μελλέφηβος
Headword (normalized/stripped):
μελλεφηβος
IDX:
55610
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55611
Key:

Data

{'content': 'near puberty'}