Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελίτειον
μελιτερπής
Μελίτη
μελιτηρός
μελίτινος
μελίτιον
Μελιτίς
μελιτισμός
μελιτίτης
μελιτοειδής
μελιτόεις
μελιτοποιέω
μελιτοποιός
μελιτοπωλέω
μελιτοπώλης
μελιτόρρυτος
μελιτουργέω
μελιτόω
μελίττιον
μελιττοπηχέω
μελιττουργός
View word page
μελιτόεις
honied

ShortDef

honied

Debugging

Headword:
μελιτόεις
Headword (normalized):
μελιτόεις
Headword (normalized/stripped):
μελιτοεις
IDX:
55579
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55580
Key:

Data

{'content': 'honied'}