Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελίπηκτον
μελίπνοος
μελιπτέρωτος
μελίπτορθος
μελιρραθάμιγξ
μελίρροθος
μελίρροος
μελίρρυτος
μελισιδωνοφρυνιχήρατα
μέλισμα
μελισμός
μελίσπονδα
μέλισσα
μελισσαῖος
μελίσσειος
μελισσεύς
μελισσήεις
μελισσοβότανον
μελισσόβοτος
μελισσοκόμος
μελισσονόμος
View word page
μελισμός
dismembering, dividing

ShortDef

dismembering, dividing

Debugging

Headword:
μελισμός
Headword (normalized):
μελισμός
Headword (normalized/stripped):
μελισμος
IDX:
55540
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55541
Key:

Data

{'content': 'dismembering, dividing'}