Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μελίεφθον
μελίζω
μελίζω2
μελίζωρος
μελίη
μελιηγενής
μελιηδής
μελίθρεπτος
μελίθροος
μελίκηρα
μελικήριον
μελικηρίς
μελίκηρον
μελίκηρος
μελικηρώδης
μελίκομπος
μελικός
μελίκρατον
μελικτάς
μελικτής
μελιλώτινος
View word page
μελικήριον
honeycomb
ShortDef
honeycomb
Debugging
Headword:
μελικήριον
Headword (normalized):
μελικήριον
Headword (normalized/stripped):
μελικηριον
IDX:
55513
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55514
Key:
Data
{'content': 'honeycomb'}