Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελίγηρυς
μελίγληνος
μελίγλωσσος
μέλιγμα
μελίεφθον
μελίζω
μελίζω2
μελίζωρος
μελίη
μελιηγενής
μελιηδής
μελίθρεπτος
μελίθροος
μελίκηρα
μελικήριον
μελικηρίς
μελίκηρον
μελίκηρος
μελικηρώδης
μελίκομπος
μελικός
View word page
μελιηδής
honey-sweet

ShortDef

honey-sweet

Debugging

Headword:
μελιηδής
Headword (normalized):
μελιηδής
Headword (normalized/stripped):
μελιηδης
IDX:
55509
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55510
Key:

Data

{'content': 'honey-sweet'}