Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μελίαμβοι
μελιβόας
Μελίβοια
μελίβρομος
μελιγαθής
μελίγαρυς
μελίγδουπος
μελιγενέτωρ
μελίγηρυς
μελίγληνος
μελίγλωσσος
μέλιγμα
μελίεφθον
μελίζω
μελίζω2
μελίζωρος
μελίη
μελιηγενής
μελιηδής
μελίθρεπτος
μελίθροος
View word page
μελίγλωσσος
honey-tongued
ShortDef
honey-tongued
Debugging
Headword:
μελίγλωσσος
Headword (normalized):
μελίγλωσσος
Headword (normalized/stripped):
μελιγλωσσος
IDX:
55501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55502
Key:
Data
{'content': 'honey-tongued'}