Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μελία
μελίαμβοι
μελιβόας
Μελίβοια
μελίβρομος
μελιγαθής
μελίγαρυς
μελίγδουπος
μελιγενέτωρ
μελίγηρυς
μελίγληνος
μελίγλωσσος
μέλιγμα
μελίεφθον
μελίζω
μελίζω2
μελίζωρος
μελίη
μελιηγενής
μελιηδής
μελίθρεπτος
View word page
μελίγληνος
soft-eyed
ShortDef
soft-eyed
Debugging
Headword:
μελίγληνος
Headword (normalized):
μελίγληνος
Headword (normalized/stripped):
μελιγληνος
IDX:
55500
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55501
Key:
Data
{'content': 'soft-eyed'}