Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Μέλητος
μέλι
Μελία
μελία
μελίαμβοι
μελιβόας
Μελίβοια
μελίβρομος
μελιγαθής
μελίγαρυς
μελίγδουπος
μελιγενέτωρ
μελίγηρυς
μελίγληνος
μελίγλωσσος
μέλιγμα
μελίεφθον
μελίζω
μελίζω2
μελίζωρος
μελίη
View word page
μελίγδουπος
sweet-sounding
ShortDef
sweet-sounding
Debugging
Headword:
μελίγδουπος
Headword (normalized):
μελίγδουπος
Headword (normalized/stripped):
μελιγδουπος
IDX:
55497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55498
Key:
Data
{'content': 'sweet-sounding'}