Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελησμός
μελητέον
μελητέος
Μελητίδης
Μέλητος
μέλι
Μελία
μελία
μελίαμβοι
μελιβόας
Μελίβοια
μελίβρομος
μελιγαθής
μελίγαρυς
μελίγδουπος
μελιγενέτωρ
μελίγηρυς
μελίγληνος
μελίγλωσσος
μέλιγμα
μελίεφθον
View word page
Μελίβοια
Meliboea

ShortDef

Meliboea

Debugging

Headword:
Μελίβοια
Headword (normalized):
μελίβοια
Headword (normalized/stripped):
μελιβοια
IDX:
55493
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55494
Key:

Data

{'content': 'Meliboea'}