Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μελετητήριον
μελετητικός
μελετητός
μελέτωρ
μέλη
μεληδόν
μεληδών
μέλημα
Μέλης
μελησίμβροτος
Μελήσιππος
μελησμός
μελητέον
μελητέος
Μελητίδης
Μέλητος
μέλι
Μελία
μελία
μελίαμβοι
μελιβόας
View word page
Μελήσιππος
Melesippus
ShortDef
Melesippus
Debugging
Headword:
Μελήσιππος
Headword (normalized):
μελήσιππος
Headword (normalized/stripped):
μελησιππος
IDX:
55482
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55483
Key:
Data
{'content': 'Melesippus'}