Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μελαντηρία
μελαντήριον
μελαντραγής
μελάνυδρος
μελάνω
μελανῶπις
μελάρρινος
μέλας
Μέλας
μέλασμα
μελασμός
μέλδω
μέλε
μελεαγρίς
Μελέαγρος
μελεάζω
μελεδαίνω
μελεδαντός
μελεδηθμός
μελέδημα
μελεδήμων
View word page
μελασμός
blackening
ShortDef
blackening
Debugging
Headword:
μελασμός
Headword (normalized):
μελασμός
Headword (normalized/stripped):
μελασμος
IDX:
55444
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55445
Key:
Data
{'content': 'blackening'}