Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μελανοδέρματος
μελανοδοχεῖον
μελανοειδής
μελανόεις
μελανόζυξ
μελανόθριξ
μελανοκάρδιος
μελανόκολπος
μελανόκωλος
μελανόμαλλος
μελανόμματος
μελανόν
μελανονεκυοείμων
μελανονεφής
μελανόομαι
μελανοπλόκαμος
μελανοποιός
μελανόπους
μελανόπτερος
μελανοπτέρυξ
μελανόπωλος
View word page
μελανόμματος
black-eyed
ShortDef
black-eyed
Debugging
Headword:
μελανόμματος
Headword (normalized):
μελανόμματος
Headword (normalized/stripped):
μελανομματος
IDX:
55402
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55403
Key:
Data
{'content': 'black-eyed'}