Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελανόγραμμος
μελανοδέρματος
μελανοδοχεῖον
μελανοειδής
μελανόεις
μελανόζυξ
μελανόθριξ
μελανοκάρδιος
μελανόκολπος
μελανόκωλος
μελανόμαλλος
μελανόμματος
μελανόν
μελανονεκυοείμων
μελανονεφής
μελανόομαι
μελανοπλόκαμος
μελανοποιός
μελανόπους
μελανόπτερος
μελανοπτέρυξ
View word page
μελανόμαλλος
black-fleeced

ShortDef

black-fleeced

Debugging

Headword:
μελανόμαλλος
Headword (normalized):
μελανόμαλλος
Headword (normalized/stripped):
μελανομαλλος
IDX:
55401
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55402
Key:

Data

{'content': 'black-fleeced'}