Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελανειμονέω
μελανειμοσύνη
μελανείμων
Μελανεύς
μελάνζοφος
μελάνζωνος
μελανθέλαιον
Μελανθεύς
μελανθής
μελάνθινος
μελάνθιον
Μελάνθιος
Μέλανθος
Μελανθώ
μελανία
μελάνια
μελανίζω
μελάνιον
Μελάνιππος
μελάνιππος
μελανίχροος
View word page
μελάνθιον
a herb

ShortDef

a herb

Debugging

Headword:
μελάνθιον
Headword (normalized):
μελάνθιον
Headword (normalized/stripped):
μελανθιον
IDX:
55380
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55381
Key:

Data

{'content': 'a herb'}