Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελαναυγής
μελάνδετος
μελανδίνης
Μελανδῖται
μελανδόκος
μελανδόχιον
μελάνδρυον
μελάνδρυος
μελάνδρυς
μελανειδέω
μελανειμονέω
μελανειμοσύνη
μελανείμων
Μελανεύς
μελάνζοφος
μελάνζωνος
μελανθέλαιον
Μελανθεύς
μελανθής
μελάνθινος
μελάνθιον
View word page
μελανειμονέω
to be clad in black

ShortDef

to be clad in black

Debugging

Headword:
μελανειμονέω
Headword (normalized):
μελανειμονέω
Headword (normalized/stripped):
μελανειμονεω
IDX:
55370
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55371
Key:

Data

{'content': 'to be clad in black'}