Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελάναιγις
μελαναίων
μελαναυγής
μελάνδετος
μελανδίνης
Μελανδῖται
μελανδόκος
μελανδόχιον
μελάνδρυον
μελάνδρυος
μελάνδρυς
μελανειδέω
μελανειμονέω
μελανειμοσύνη
μελανείμων
Μελανεύς
μελάνζοφος
μελάνζωνος
μελανθέλαιον
Μελανθεύς
μελανθής
View word page
μελάνδρυς
a large kind of tunny

ShortDef

a large kind of tunny

Debugging

Headword:
μελάνδρυς
Headword (normalized):
μελάνδρυς
Headword (normalized/stripped):
μελανδρυς
IDX:
55368
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55369
Key:

Data

{'content': 'a large kind of tunny'}