Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελάγχιμος
μελαγχίτων
μελάγχλαινος
μελάγχλωρος
μελαγχολάω
μελαγχολία
μελαγχολικός
μελάγχολος
μελαγχολώδης
μελαγχροιής
μελάγχροος
μέλαθρον
μελαθρόω
μέλαινα
μελαινάς
μελαινίς
μελαινονεφής
μελαίνω
μελαμβαθής
μελαμβαφής
μελάμβιος
View word page
μελάγχροος
black-skinned, swarthy

ShortDef

black-skinned, swarthy

Debugging

Headword:
μελάγχροος
Headword (normalized):
μελάγχροος
Headword (normalized/stripped):
μελαγχροος
IDX:
55318
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55319
Key:

Data

{'content': 'black-skinned, swarthy'}