Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μελαγχαίτης
μελάγχιμος
μελαγχίτων
μελάγχλαινος
μελάγχλωρος
μελαγχολάω
μελαγχολία
μελαγχολικός
μελάγχολος
μελαγχολώδης
μελαγχροιής
μελάγχροος
μέλαθρον
μελαθρόω
μέλαινα
μελαινάς
μελαινίς
μελαινονεφής
μελαίνω
μελαμβαθής
μελαμβαφής
View word page
μελαγχροιής
black-skinned, swarthy

ShortDef

black-skinned, swarthy

Debugging

Headword:
μελαγχροιής
Headword (normalized):
μελαγχροιής
Headword (normalized/stripped):
μελαγχροιης
IDX:
55317
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55318
Key:

Data

{'content': 'black-skinned, swarthy'}