Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεῖραξ
μείρομαι
μείρομαι2
μείς
μεῖστος
μείωμα
μείων
μειώνυμος
μείωσις
μειωτέον
μειώτης
μειωτικός
μειωτός
μελάγγαιος
μελαγγραφής
μελάγκερως
μελαγκευθής
μελάγκολπος
μελαγκόμης
μελαγκορυφίζω
μελαγκόρυφος
View word page
μειώτης
causing diminution

ShortDef

causing diminution

Debugging

Headword:
μειώτης
Headword (normalized):
μειώτης
Headword (normalized/stripped):
μειωτης
IDX:
55289
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55290
Key:

Data

{'content': 'causing diminution'}