Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Μειδίας
μειδιαστικός
μειζονάκις
μειζονία
μειζονότης
μείλγμα
μείλια
μείλιγμα
μειλικτήριος
μειλικτός
μείλιξις
μειλίσσω
μειλίχη
μειλιχία
μειλιχιεῖον
μειλιχίη
μειλίχιος
μειλιχόβουλος
μειλιχόγηρυς
μειλιχόδωρος
μειλιχόθυμος
View word page
μείλιξις
propitiation
ShortDef
propitiation
Debugging
Headword:
μείλιξις
Headword (normalized):
μείλιξις
Headword (normalized/stripped):
μειλιξις
IDX:
55247
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55248
Key:
Data
{'content': 'propitiation'}