Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μεθώνη
μειαγωγέω
μειαγωγός
μείγνυμι
μειδάμων
μειδάω
μείδημα
μειδίαμα
Μειδίας
μειδιαστικός
μειζονάκις
μειζονία
μειζονότης
μείλγμα
μείλια
μείλιγμα
μειλικτήριος
μειλικτός
μείλιξις
μειλίσσω
μειλίχη
View word page
μειζονάκις
multiplied by a larger number

ShortDef

multiplied by a larger number

Debugging

Headword:
μειζονάκις
Headword (normalized):
μειζονάκις
Headword (normalized/stripped):
μειζονακις
IDX:
55239
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55240
Key:

Data

{'content': 'multiplied by a larger number'}