Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεθημοσύνη
μεθήμων
μεθίδρυσις
μεθιδρύω
μεθιζάνω
μεθίημι
μεθιππεύω
μεθίπταμαι
μεθίστημι
μεθό
μεθοδεία
μεθόδευμα
μεθοδευτέον
μεθοδευτής
μεθοδευτικός
μεθοδεύω
μεθοδηγέω
μεθοδικός
μέθοδος
μεθολκή
μεθομήρεος
View word page
μεθοδεία
craft, wiliness

ShortDef

craft, wiliness

Debugging

Headword:
μεθοδεία
Headword (normalized):
μεθοδεία
Headword (normalized/stripped):
μεθοδεια
IDX:
55182
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55183
Key:

Data

{'content': 'craft, wiliness'}