Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνάγκη
ἀναγκόδακρυς
ἀναγκοθέτησις
ἀναγκοπέδη
ἀναγκόσιτος
ἀναγκοτροφέω
ἀναγκοφαγέω
ἀναγκοφαγία
ἀναγκοφορέω
ἀνάγκυλος
ἀναγλυκαίνω
ἀναγλυφή
ἀνάγλυφος
ἀναγλύφω
ἀναγνάμπτω
ἀναγνεία
ἀνάγνιστος
ἄναγνος
ἀναγνωρίζω
ἀναγνώρισις
ἀναγνώρισμα
View word page
ἀναγλυκαίνω
sweeten:

ShortDef

sweeten:

Debugging

Headword:
ἀναγλυκαίνω
Headword (normalized):
ἀναγλυκαίνω
Headword (normalized/stripped):
αναγλυκαινω
IDX:
5517
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5518
Key:

Data

{'content': 'sweeten:'}