Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεθερμηνεύω
μεθέρπω
μέθεσις
μεθετέον
μεθέτερος
μεθετικός
μέθη
μεθήκω
μέθημαι
μεθημερινός
μεθημοσύνη
μεθήμων
μεθίδρυσις
μεθιδρύω
μεθιζάνω
μεθίημι
μεθιππεύω
μεθίπταμαι
μεθίστημι
μεθό
μεθοδεία
View word page
μεθημοσύνη
remissness, carelessness

ShortDef

remissness, carelessness

Debugging

Headword:
μεθημοσύνη
Headword (normalized):
μεθημοσύνη
Headword (normalized/stripped):
μεθημοσυνη
IDX:
55172
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55173
Key:

Data

{'content': 'remissness, carelessness'}