Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεδέων
Μεδεών
μεδιμναῖος
μέδιμνος
μέδομαι
μέδος
Μέδουσα
μέδω
μέδων
Μέδων
μεθαιρέω
μεθάλλομαι
μεθάμερα
μεθάπτομαι
μεθαρμογή
μεθαρμόζω
μεθάρμοσις
μεθεδράζω
μεθεκτέον
μεθεκτέος
μεθεκτικός
View word page
μεθαιρέω
to catch in turn
ShortDef
to catch in turn
Debugging
Headword:
μεθαιρέω
Headword (normalized):
μεθαιρέω
Headword (normalized/stripped):
μεθαιρεω
IDX:
55144
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55145
Key:
Data
{'content': 'to catch in turn'}