Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγήρατος
μεγήριτος
Μέγης
Μέγιλλος
μεγιστάν
μεγιστᾶνες
μεγιστεύω
μεγιστοάνασσα
μεγιστοπάτωρ
μεγιστόπολις
μεγιστόσωμος
μεγιστότιμος
μεδέων
Μεδεών
μεδιμναῖος
μέδιμνος
μέδομαι
μέδος
Μέδουσα
μέδω
μέδων
View word page
μεγιστόσωμος
of largest frame

ShortDef

of largest frame

Debugging

Headword:
μεγιστόσωμος
Headword (normalized):
μεγιστόσωμος
Headword (normalized/stripped):
μεγιστοσωμος
IDX:
55132
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55133
Key:

Data

{'content': 'of largest frame'}