Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεγαρτός
μέγας
μεγασχιδής
μεγαύχητος
Μεγαφέρνης
μεγεθικός
μεγεθόομαι
μεγεθοποιέω
μεγεθοποίησις
μεγεθοποιός
μέγεθος
μεγεθουργία
μεγεθύνω
μεγήρατος
μεγήριτος
Μέγης
Μέγιλλος
μεγιστάν
μεγιστᾶνες
μεγιστεύω
μεγιστοάνασσα
View word page
μέγεθος
greatness, magnitude, size, height, stature
ShortDef
greatness, magnitude, size, height, stature
Debugging
Headword:
μέγεθος
Headword (normalized):
μέγεθος
Headword (normalized/stripped):
μεγεθος
IDX:
55119
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55120
Key:
Data
{'content': 'greatness, magnitude, size, height, stature'}