Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μεγαρίς
Μεγαριστί
Μεγαρόθεν
Μεγαροῖ
μέγαρον
μέγαρόνδε
Μέγαρος
μέγαρσις
μεγαρτός
μέγας
μεγασχιδής
μεγαύχητος
Μεγαφέρνης
μεγεθικός
μεγεθόομαι
μεγεθοποιέω
μεγεθοποίησις
μεγεθοποιός
μέγεθος
μεγεθουργία
μεγεθύνω
View word page
μεγασχιδής
with a great cleft

ShortDef

with a great cleft

Debugging

Headword:
μεγασχιδής
Headword (normalized):
μεγασχιδής
Headword (normalized/stripped):
μεγασχιδης
IDX:
55111
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55112
Key:

Data

{'content': 'with a great cleft'}