Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μεγάρη
Μεγαρίζω
Μεγαρικός
Μεγαρίς
Μεγαριστί
Μεγαρόθεν
Μεγαροῖ
μέγαρον
μέγαρόνδε
Μέγαρος
μέγαρσις
μεγαρτός
μέγας
μεγασχιδής
μεγαύχητος
Μεγαφέρνης
μεγεθικός
μεγεθόομαι
μεγεθοποιέω
μεγεθοποίησις
μεγεθοποιός
View word page
μέγαρσις
jealousy, envy

ShortDef

jealousy, envy

Debugging

Headword:
μέγαρσις
Headword (normalized):
μέγαρσις
Headword (normalized/stripped):
μεγαρσις
IDX:
55108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55109
Key:

Data

{'content': 'jealousy, envy'}