Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεγαλύνω
μεγάλωμα
μεγαλώνυμος
μεγαλωπός
μεγαλωστί
μεγαλωσύνη
μεγαλωφελής
Μεγαμηδεΐδης
μεγάμυκος
μεγάνωρ
Μεγαπένθης
Μεγάρα
Μέγαρα
Μέγαράδε
Μεγαρεύς
Μεγάρη
Μεγαρίζω
Μεγαρικός
Μεγαρίς
Μεγαριστί
Μεγαρόθεν
View word page
Μεγαπένθης
Megapenthes
ShortDef
Megapenthes
Debugging
Headword:
Μεγαπένθης
Headword (normalized):
μεγαπένθης
Headword (normalized/stripped):
μεγαπενθης
IDX:
55093
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55094
Key:
Data
{'content': 'Megapenthes'}