Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλόψοφος
μεγαλοψυχέω
μεγαλοψυχία
μεγαλόψυχος
μεγαλύνω
μεγάλωμα
μεγαλώνυμος
μεγαλωπός
μεγαλωστί
μεγαλωσύνη
μεγαλωφελής
Μεγαμηδεΐδης
μεγάμυκος
μεγάνωρ
Μεγαπένθης
Μεγάρα
Μέγαρα
Μέγαράδε
Μεγαρεύς
Μεγάρη
Μεγαρίζω
View word page
μεγαλωφελής
very serviceable

ShortDef

very serviceable

Debugging

Headword:
μεγαλωφελής
Headword (normalized):
μεγαλωφελής
Headword (normalized/stripped):
μεγαλωφελης
IDX:
55089
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55090
Key:

Data

{'content': 'very serviceable'}