Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεγαλοφωνία
μεγαλόφωνος
μεγαλόχαρτος
μεγαλοχάσμων
μεγαλόψοφος
μεγαλοψυχέω
μεγαλοψυχία
μεγαλόψυχος
μεγαλύνω
μεγάλωμα
μεγαλώνυμος
μεγαλωπός
μεγαλωστί
μεγαλωσύνη
μεγαλωφελής
Μεγαμηδεΐδης
μεγάμυκος
μεγάνωρ
Μεγαπένθης
Μεγάρα
Μέγαρα
View word page
μεγαλώνυμος
with a great name, giving glory
ShortDef
with a great name, giving glory
Debugging
Headword:
μεγαλώνυμος
Headword (normalized):
μεγαλώνυμος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλωνυμος
IDX:
55085
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55086
Key:
Data
{'content': 'with a great name, giving glory'}