Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλόφιλος
μεγαλόφλεβος
μεγαλοφρονέω
μεγαλοφροσύνη
μεγαλόφρων
μεγαλοφυής
μεγαλοφυΐα
μεγαλόφυλλος
μεγαλοφωνία
μεγαλόφωνος
μεγαλόχαρτος
μεγαλοχάσμων
μεγαλόψοφος
μεγαλοψυχέω
μεγαλοψυχία
μεγαλόψυχος
μεγαλύνω
μεγάλωμα
μεγαλώνυμος
μεγαλωπός
μεγαλωστί
View word page
μεγαλόχαρτος
greatly rejoiced over

ShortDef

greatly rejoiced over

Debugging

Headword:
μεγαλόχαρτος
Headword (normalized):
μεγαλόχαρτος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοχαρτος
IDX:
55077
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55078
Key:

Data

{'content': 'greatly rejoiced over'}