Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλόσταχυς
μεγαλόστερνος
μεγαλόστομος
μεγαλόστονος
μεγαλόσφυκτος
μεγαλοσχήμων
μεγαλοσώματος
μεγαλότεχνος
μεγαλότιμος
μεγαλότολμος
μεγαλότοξος
μεγαλοτράχηλος
μεγαλοῦχος
μεγαλόφθαλμος
μεγαλόφιλος
μεγαλόφλεβος
μεγαλοφρονέω
μεγαλοφροσύνη
μεγαλόφρων
μεγαλοφυής
μεγαλοφυΐα
View word page
μεγαλότοξος
with large bow

ShortDef

with large bow

Debugging

Headword:
μεγαλότοξος
Headword (normalized):
μεγαλότοξος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοτοξος
IDX:
55063
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55064
Key:

Data

{'content': 'with large bow'}