Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλοπράγμων
μεγαλοπρέπεια
μεγαλοπρεπής
μεγαλοπτέρυγος
μεγαλόπτωχος
μεγαλόρινος
μεγαλορρέκτης
μεγαλορρημονέω
μεγαλορρημονία
μεγαλορρήμων
μεγαλόρριζος
μεγαλορρώξ
μεγαλόσαρκος
μεγαλοσθενής
μεγαλοσμάραγος
μεγαλόσπλαγχνος
μεγαλόσταχυς
μεγαλόστερνος
μεγαλόστομος
μεγαλόστονος
μεγαλόσφυκτος
View word page
μεγαλόρριζος
with large roots

ShortDef

with large roots

Debugging

Headword:
μεγαλόρριζος
Headword (normalized):
μεγαλόρριζος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλορριζος
IDX:
55047
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55048
Key:

Data

{'content': 'with large roots'}