Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλοπολίτης
Μεγαλοπολίτης
μεγαλοπόνηρος
μεγαλόπους
μεγαλοπραγία
μεγαλοπραγμοσύνη
μεγαλοπράγμων
μεγαλοπρέπεια
μεγαλοπρεπής
μεγαλοπτέρυγος
μεγαλόπτωχος
μεγαλόρινος
μεγαλορρέκτης
μεγαλορρημονέω
μεγαλορρημονία
μεγαλορρήμων
μεγαλόρριζος
μεγαλορρώξ
μεγαλόσαρκος
μεγαλοσθενής
μεγαλοσμάραγος
View word page
μεγαλόπτωχος
magnificently poor

ShortDef

magnificently poor

Debugging

Headword:
μεγαλόπτωχος
Headword (normalized):
μεγαλόπτωχος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοπτωχος
IDX:
55041
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55042
Key:

Data

{'content': 'magnificently poor'}