Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλομυκητής
μεγαλόνοια
μεγαλόνοος
μεγαλοπάθεια
μεγαλοπάρῃος
μεγαλόπετρος
μεγαλόπλουτος
μεγαλόπνοος
μεγαλοποιέω
μεγαλοπόλεμος
μεγαλόπολις
μεγαλοπολίτης
Μεγαλοπολίτης
μεγαλοπόνηρος
μεγαλόπους
μεγαλοπραγία
μεγαλοπραγμοσύνη
μεγαλοπράγμων
μεγαλοπρέπεια
μεγαλοπρεπής
μεγαλοπτέρυγος
View word page
μεγαλόπολις
(adj.) mighty city, (n.) capital, major city

ShortDef

(adj.) mighty city, (n.) capital, major city

Debugging

Headword:
μεγαλόπολις
Headword (normalized):
μεγαλόπολις
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοπολις
IDX:
55030
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55031
Key:

Data

{'content': '(adj.) mighty city, (n.) capital, major city'}