Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλόλαλος
μεγαλομανής
μεγαλόμαρτυς
μεγαλόμασθος
μεγαλομέρεια
μεγαλομερής
μεγαλόμητις
μεγαλόμικρος
μεγαλόμισθος
μεγαλομοιρία
μεγαλομυκητής
μεγαλόνοια
μεγαλόνοος
μεγαλοπάθεια
μεγαλοπάρῃος
μεγαλόπετρος
μεγαλόπλουτος
μεγαλόπνοος
μεγαλοποιέω
μεγαλοπόλεμος
μεγαλόπολις
View word page
μεγαλομυκητής
loud bellower

ShortDef

loud bellower

Debugging

Headword:
μεγαλομυκητής
Headword (normalized):
μεγαλομυκητής
Headword (normalized/stripped):
μεγαλομυκητης
IDX:
55020
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-55021
Key:

Data

{'content': 'loud bellower'}