Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλοεργής
μεγαλοεργία
μεγαλοεργός
μεγαλόζηλος
μεγαλόηχος
μεγαλόθριξ
μεγαλόθυμος
μεγαλόθυτον
μεγάλοιτος
μεγαλοκαμπής
μεγαλόκαρπος
μεγαλόκαυλος
μεγαλόκερως
μεγαλοκευθής
μεγαλοκέφαλος
μεγαλοκίνδυνος
μεγαλοκλεής
μεγαλοκοίλιος
μεγαλόκολπος
μεγαλόκορος
μεγαλοκόρυφος
View word page
μεγαλόκαρπος
with large fruit

ShortDef

with large fruit

Debugging

Headword:
μεγαλόκαρπος
Headword (normalized):
μεγαλόκαρπος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοκαρπος
IDX:
54995
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54996
Key:

Data

{'content': 'with large fruit'}