Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναγέννησις
ἀναγεννητικός
ἀναγέομαι
ἀναγεπόπτης
ἀναγεύω
ἀναγηρύομαι
ἀναγής
ἀναγιγνώσκω
ἀναγινώσκω
ἀναγκάζω
ἀναγκαῖον
ἀναγκαιοπότης
ἀναγκαῖος
ἀναγκαιότης
ἀνάγκασμα
ἀναγκαστέος
ἀναγκαστήρ
ἀναγκαστικός
ἀναγκαστός
ἀνάγκη
ἀναγκόδακρυς
View word page
ἀναγκαῖον
a place of constraint, a prison

ShortDef

a place of constraint, a prison

Debugging

Headword:
ἀναγκαῖον
Headword (normalized):
ἀναγκαῖον
Headword (normalized/stripped):
αναγκαιον
IDX:
5498
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5499
Key:

Data

{'content': 'a place of constraint, a prison'}