Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλοδύναμος
μεγαλοδωρέομαι
μεγαλοδωρία
μεγαλόδωρος
μεγαλοειδῶς
μεγαλοείμων
μεγαλοεργέω
μεγαλοέργημα
μεγαλοεργής
μεγαλοεργία
μεγαλοεργός
μεγαλόζηλος
μεγαλόηχος
μεγαλόθριξ
μεγαλόθυμος
μεγαλόθυτον
μεγάλοιτος
μεγαλοκαμπής
μεγαλόκαρπος
μεγαλόκαυλος
μεγαλόκερως
View word page
μεγαλοεργός
performing great deeds

ShortDef

performing great deeds

Debugging

Headword:
μεγαλοεργός
Headword (normalized):
μεγαλοεργός
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοεργος
IDX:
54987
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54988
Key:

Data

{'content': 'performing great deeds'}