Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλοδυναμία
μεγαλοδύναμος
μεγαλοδωρέομαι
μεγαλοδωρία
μεγαλόδωρος
μεγαλοειδῶς
μεγαλοείμων
μεγαλοεργέω
μεγαλοέργημα
μεγαλοεργής
μεγαλοεργία
μεγαλοεργός
μεγαλόζηλος
μεγαλόηχος
μεγαλόθριξ
μεγαλόθυμος
μεγαλόθυτον
μεγάλοιτος
μεγαλοκαμπής
μεγαλόκαρπος
μεγαλόκαυλος
View word page
μεγαλοεργία
magnificence

ShortDef

magnificence

Debugging

Headword:
μεγαλοεργία
Headword (normalized):
μεγαλοεργία
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοεργια
IDX:
54986
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54987
Key:

Data

{'content': 'magnificence'}