Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλόδηλος
μεγαλοδοξία
μεγαλόδοξος
μεγαλόδουλος
μεγαλόδους
μεγαλοδυναμία
μεγαλοδύναμος
μεγαλοδωρέομαι
μεγαλοδωρία
μεγαλόδωρος
μεγαλοειδῶς
μεγαλοείμων
μεγαλοεργέω
μεγαλοέργημα
μεγαλοεργής
μεγαλοεργία
μεγαλοεργός
μεγαλόζηλος
μεγαλόηχος
μεγαλόθριξ
μεγαλόθυμος
View word page
μεγαλοειδῶς
on a large scale

ShortDef

on a large scale

Debugging

Headword:
μεγαλοειδῶς
Headword (normalized):
μεγαλοειδῶς
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοειδως
IDX:
54981
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54982
Key:

Data

{'content': 'on a large scale'}