Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλογνωμοσύνη
μεγαλογνώμων
μεγαλογραφέω
μεγαλογραφία
μεγαλοδάπανος
μεγαλόδενδρος
μεγαλόδηλος
μεγαλοδοξία
μεγαλόδοξος
μεγαλόδουλος
μεγαλόδους
μεγαλοδυναμία
μεγαλοδύναμος
μεγαλοδωρέομαι
μεγαλοδωρία
μεγαλόδωρος
μεγαλοειδῶς
μεγαλοείμων
μεγαλοεργέω
μεγαλοέργημα
μεγαλοεργής
View word page
μεγαλόδους
with large teeth

ShortDef

with large teeth

Debugging

Headword:
μεγαλόδους
Headword (normalized):
μεγαλόδους
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοδους
IDX:
54975
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54976
Key:

Data

{'content': 'with large teeth'}