Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαληγορία
μεγαλήγορος
μεγαληνορία
μεγαλήνωρ
μεγαλήτωρ
μεγαλήφατος
μεγαλίζομαι
μεγαλόβιος
μεγαλοβλαβής
μεγαλοβόας
μεγαλόβουλος
μεγαλοβρεμέτης
μεγαλόβρομος
μεγαλόβρυχος
μεγαλόβωλος
μεγαλογάστωρ
μεγαλογκία
μεγαλογνωμονέω
μεγαλογνωμοσύνη
μεγαλογνώμων
μεγαλογραφέω
View word page
μεγαλόβουλος
high-counselling

ShortDef

high-counselling

Debugging

Headword:
μεγαλόβουλος
Headword (normalized):
μεγαλόβουλος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλοβουλος
IDX:
54957
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54958
Key:

Data

{'content': 'high-counselling'}